ῥαπτικῆς

ῥαπτικῆς
ῥαπτικός
of
fem gen sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ατελιέ — το 1. καλλιτεχνικό εργαστήριο, στούντιο (για γλύπτες, ζωγράφους, φωτογράφους κ.λπ.) 2. εργαστήριο ραπτικής. [ΕΤΥΜΟΛ. Ξεν. όρος < γαλλ. atelier] …   Dictionary of Greek

  • ενδυμασία — Το σύνολο των αντικειμένων –οποιουδήποτε υλικού ή τρόπου κατασκευής– που χρησιμοποιεί ο άνθρωπος για να ντύνεται και να στολίζεται. Για πολύ καιρό, ιδιαίτερα σε περιοχές τις οποίες ευνοούσε το θερμό κλίμα, οι άνθρωποι δεν ένιωθαν την ανάγκη να… …   Dictionary of Greek

  • πελότα — Παιχνίδι ισπανικής προέλευσης (pelota), που παίζεται κυρίως στη χώρα των Βάσκων. Διαδόθηκε και σε άλλες χώρες τον 19o αι. Είναι παιχνίδι με μπάλα, που μοιάζει κάπως με εκείνο του τένις, και παίζεται με διαφορετικούς τρόπους. Οι θεατές μπορούν να… …   Dictionary of Greek

  • ραφείο — το / ῥαφεῑον, ΝΜΑ, και ραπτρεῑον Α [ῥαφεύς] εργαστήριο ραπτικής, κυρίως ανδρικών ενδυμάτων …   Dictionary of Greek

  • Αναλήψεως, μονή — Ονομασία διαφόρων μοναστηριών. 1.Λέγεται και Εσφιγμένου. Βλ. λ. Άγιον Όρος. 2. Γυναικείο ησυχαστήριο στην Αμαλιάδα. Εξαρτάται από τη μητρόπολη Ηλείας. 3. Γυναικείο ησυχαστήριο στην Περαχώρα. Εξαρτάται από τη μητρόπολη Κορινθίας, Ζεμενού, Ταρσού… …   Dictionary of Greek

  • Βραζιλία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Βραζιλίας Έκταση: 8.547.404 τ.χλμ Πληθυσμός: 174.468.575 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Μπραζίλια (2.043.169 κάτ. το 2000)Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τη Γαλλική Γουιάνα (ΒΑ), το Σουρινάμ,… …   Dictionary of Greek

  • Καλυβιανής, μονή — Γυναικείο μοναστήρι του νομού Ηρακλείου, το οποίο εξαρτάται από τη μητρόπολη Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως. Ιδρύθηκε το 1968. Στον περίβολο του μοναστηριού υπάρχει και η παλαιότερη εκκλησία, Παναγία η Καλυβιανή, η οποία έχει χτιστεί στα τέλη του 19ου …   Dictionary of Greek

  • Κύριλλος — I Όνομα τριών αρχιεπισκόπων Κύπρου. 1. Κ. Α’ (; – 1854). Αρχιεπίσκοπος Κύπρου (1849 54), διάδοχος του Ιωαννίκιου. Ήταν συνετός, αλλά άτολμος ιεράρχης, ίσως επειδή φοβόταν μήπως επαναληφθούν στην Κύπρο οι σφαγές του 1821. Στα χρόνια του αυξήθηκε η …   Dictionary of Greek

  • Νίκαιας, Ιερά Μητρόπολη — Μητρόπολη της Εκκλησίας της Ελλάδος με έδρα τη Νίκαια. Στη δικαιοδοσία της υπάγονται 40 ενοριακοί ναοί, στους οποίους υπηρετούν συνολικά 109 κληρικοί. Για την αρτιότερη και πλέον και εύρυθμη περιφερειακή οργάνωση έχουν οριστεί αρχιερατικοί… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”